του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη
Το διάστημα που προηγήθηκε του θανάτου του, ο Βασίλι Βασίλιεβιτς Ροζάνοφ, το έζησε μέσα στη φτώχια. Πεινούσε κυριολεκτικά και στα τέλη του 1918 απευθύνθηκε στον αναγνώστη μέσα από τις σελίδες της «Αποκάλυψής» του, με την γεμάτη τραγικότητα έκκληση:
Προς τον αναγνώστη, αν είναι φίλος.
Σε αυτή την τρομακτική, συγκλονιστική χρονιά, από πολλά πρόσωπα, γνωστούς αλλά και παντελώς αγνώστους σ’ εμένα, έλαβα, λόγω κάποιου σκιρτήματος καρδιάς, βοήθεια, τόσο χρηματική όσο και σε τρόφιμα. Δεν μπορώ να κρύψω το γεγονός ότι χωρίς αυτή τη βοήθεια δεν θα κατάφερνα να βγάλω τη χρονιά. Για τη βοήθεια αυτή νιώθω αιώνια ευγνωμοσύνη∙ πολλές φορές τα δάκρυα πλημμύρισαν την ψυχή και τα μάτια μου. «Κάποιος θυμάται, κάποιος σκέφτεται, κάποιος καταλαβαίνει». Κουράστηκα. Δεν μπορώ άλλο. 2 -3 χούφτες αλεύρι, 2 – 3 χούφτες σιμιγδάλι, πέντε όμορφα ψημένα αυτό μπορούν συχνά να με σώσουν. Σώσε αναγνώστη, τον συγγραφέα σου. Νομίζω πια πως ολοκληρώνεται ο κύκλος των τελευταίων ημερών της ζωής μου.
Β. Ρ.
Σέργκιεφ Ποσάντ,
Κυβερνείο της Μόσχας
Κοινότητα Κρασιουκόβκα
Οδός Πολεβάγια
Οικεία ιερέα Μπελιάγιεφ
Το σπίτι όπου έμενε ο Ροζάνοφ στο Σέργκιεφ Ποσάντ