Written by 8:24 am Blog, Ιστορία

Βσέβολοντ Μέγιερχολντ Με βασανιστήρια απέσπασαν την ομολογία μου

Ο Βσέβολοντ Εμίλιεβιτς Μέγιερχολντ (1874 – 1940) ήταν σκηνοθέτης του θεάτρου, ηθοποιός και παιδαγωγός. Θεωρητικός του θεατρικού γκροτέσκο, δημιουργός του προγράμματος “Θεατρικός Οκτώβρης” και ιδρυτής της σχολής υποκριτικής που πήρε το όνομα “βιομηχανική”. Ανακηρύχθηκε Λαϊκός Καλλιτέχνης της Ρωσικής Σοσιαλιστικής Ομόσπονδης Σοβιετικής Δημοκρατίας το 1923. Ταυτόχρονα έγινε έρευνα στο διαμέρισμά του στην Μόσχα. Στο πρωτόκολλο της έρευνας καταγράφηκε το παράπονο της συζύγου του Ζιναΐντας Ράιχ για τις μεθόδους ενός πράκτορα της NKVD. Λίγες ημέρες αργότερα ο Ράιχ δολοφονήθηκε από αγνώστους. Μετά από ανακρίσεις που κράτησαν τρεις εβδομάδες με βασανιστήρια ο Μέγιερχολντ υπέγραψε την ομολογία του στους ανακριτές. Οι κατηγορίες που αντιμετώπιζε ήταν με βάση του περιβόητο άρθρο 58 του Ποινικού Κώδικα της Ρ.Σ.Ο.Σ.Δ. Το Ανώτατο Δικαστήριο της Ε.Σ.Σ.Δ. την 1η Φεβρουαρίου 1940 τον καταδίκασε σε θάνατο. Στις 2 Φεβρουαρίου η ποινή εκτελέστηκε. Το 1955 το Ανώτατο Δικαστήριο της Ε.Σ.Σ.Δ αποκατέστησε τον Μέγιερχολντ μετά θάνατον.

Βσέβολοντ Μέγιερχολντ προς τον Βιατσεσλάβ Μόλοτοφ, πρόεδρο του Συμβουλίου Λαϊκών Κομισάριων της Ε.Σ.Σ.Δ.

2 Ιανουαρίου 1940

… Όταν οι ανακριτές, άρχισαν, με συνέπεια και συνέχεια, να χρησιμοποιούν τις βίαιες μεθόδους τους πάνω μου, συνεπικουρούμενοι από την επονομαζόμενη «ψυχολογική επίθεση», τότε και οι μεν και οι δε μου προκάλεσαν τέτοιο φρικτό τρόμο που η φύση μου απογυμνώθηκε εντελώς… Τα νεύρα μου, βρέθηκαν τεντωμένα σχεδόν κάτω από το δέρμα μου, ενώ η επιδερμίδα που αποδείχτηκε τόσο τρυφερή και ευαίσθητη, σαν μικρού παιδιού, τα μάτια μου αποδείχτηκαν ικανά (παρά τον ανυπόφορο για μένα φυσικό και ηθικό πόνο) να κλαίνε διαρκώς. Ξαπλωμένος μπρούμυτα στο πάτωμα, ανακάλυπτα την ικανότητα, να στριφογυρίζω, να μαζεύω και να απλώνω το σώμα μου, σαν σκυλί, το οποίο μαστιγώνει ο αφέντης του. Ο δεσμοφύλακας που με πήγε κάποτε σε μια τέτοια ανάκριση με ρώτησε: «Έχεις ελονοσία;». Το σώμα μου απλά είχε συνηθίσει στο τρέμουλο. Όταν ξάπλωσα στο κρεβάτι και αποκοιμήθηκα με την ιδέα ότι μετά από μια ώρα θα με ξαναπάρουν για ανάκριση, όταν η προηγούμενη είχε κρατήσει 18 ώρες, ξύπνησα ξαφνικά από τα βογγητά μου και από το γεγονός ότι έπεσα από το κρεβάτι, όπως κάνουν οι εκείνοι οι άρρωστοι που πεθαίνουν από delirium dremens.

Ο φόβος προκαλεί τρόμο και ο τρόμος σε αναγκάζει να αμυνθείς. «Ο θάνατος, ω, φυσικά! Ο θάνατος είναι κάτι πιο εύκολο από αυτό»– λέει ο κρατούμενος. Το είπα κι εγώ στον εαυτό μου κι άρχισα να μονολογώ με την ελπίδα ότι θα με οδηγήσουν στο ικρίωμα. Αυτό συνέβη, στην τελευταία σελίδα του ανακριτικού πορίσματος της «υπόθεσης» Νο 537 έγραψαν τους τρομακτικούς αριθμούς των άρθρων του ποινικού κώδικα: 58, παράγραφοι 1 και 2.

Βιατσεσλάβ Μιχαήλοβιτς! Γνωρίζετε τα μειονεκτήματά μου (θυμάστε που μου είπατε κάποτε: «Διαρκώς προσπαθείτε να είστε αυθεντικός!»;), είμαι άνθρωπος που γνωρίζει τα μειονεκτήματα του άλλου, τον γνωρίζει καλύτερα από εκείνον που θαυμάζει τα πλεονεκτήματά του. Πείτε μου: θα μπορούσατε να πιστέψετε ότι πρόδωσα την Πατρίδα (εχθρός του λαού), ότι είμαι κατάσκοπος, ότι είμαι μέλος δεξιάς τροτσκιστικής οργάνωσης, ότι είμαι αντεπαναστάτης, ότι εισήγαγα τον τροτσκισμό στην τέχνη, ότι στο θέατρο έκανα (συνειδητά) την δουλειά των εχθρών, για να υπονομεύσω τις βάσεις της σοβιετικής τέχνης;

Όλα αυτά φαίνονται στην υπόθεση Νο 537. Εκεί γράφει την λέξη “φορμαλιστής” (στον χώρο της τέχνης), η οποία έγινε συνώνυμη του «τροτσκιστή». Στην υπόθεση Νο 537 ως τροτσκιστές φέρονται οι: εγώ, ο Ιλιά Έρενμπουργκ, ο Μπορίς Παστερνάκ, ο Γιούρι Ολέσια (αυτός είναι επιπλέον και τρομοκράτης), ο Σοστακόβιτς, ο Σεμπάλιν, ο Οχλόπκοφ και άλλοι… Θα ολοκληρώσω την δήλωσή μου μετά από ένα δεκαήμερο, όταν θα μου δώσουν άλλη μια τέτοια σελίδα.

Συνέχεια της δήλωσης

13 Ιανουαρίου 1940, φυλακή Μπουτίρσκαγια

Στο γεγονός ότι δεν άντεξα, έχασα κάθε αυτοέλεγχο, βρισκόμενος σε κατάσταση θολωμένης, καταθλιπτικής συνείδησης, συνέβαλε ένα ακόμη τρομακτικό γεγονός: αμέσως μετά την σύλληψή μου (20.VI.1939), μου προκάλεσε τρομερή κατάθλιψη μια έμμονη ιδέα που είχα «πάει να πει, έτσι πρέπει». Η κυβέρνηση θεώρησε – άρχισε να λέω στον εαυτό μου για να τον πείσω,- ότι όλα εκείνα τα ανομήματα μου, στα οποία αναφέρθηκαν από το βήμα της 1ης Συνόδου του Ανωτάτου Σοβιέτ, δεν αρκεί η αναλογούσα ποινή (κλείσιμο του θεάτρου, διάλυση της θεατρικής ομάδας, η κατάσχεση του νέου θεάτρου στην πλ. Μαγιακόφσκι που χτίζεται με δικά μου σχέδια) και πως πρέπει να υποστώ άλλη μία ποινή, εκείνη την οποία επιμέρισαν σε εμένα τα όργανα της NKVD. «Πάει να πει, έτσι πρέπει»,- έλεγα και ξανάλεγα στον εαυτό μου και το «Εγώ» διαχωρίστηκε σε δύο πρόσωπα. Το πρώτο άρχισε να ψάχνει τα εγκλήματα του δεύτερο και όταν δεν τα έβρισκε, άρχιζε να τα επινοεί.

Ο ανακριτής αποδείχτηκε καλός, έμπειρος βοηθός σε αυτή την υπόθεση. Έτσι αρχίσαμε οι δυο μας να γράφουμε, συνεργαστήκαμε πολύ στενά. Όταν η φαντασία μου εξαντλήθηκε, οι ανακριτές εναλλάσσονταν (Βορόνιν + Ρόντος, Βορόνιν + Στσβάρτσμαν) και προετοίμαζαν τα πρακτικά (ορισμένα από αυτά τα έγραψαν και τα ξαναέγραψαν 3 και 4 φορές). Όταν από την πείνα (δεν μπορούσα να φάω τίποτα), από την αϋπνία (ήμουν άυπνος τρεις μήνες), τα καρδιακά προβλήματα τις νύχτες αλλά και τις κρίσεις υστερίας (έχυνα ποταμούς δακρύων, έτρεμα, όπως τρέμουν οι αλκοολικοί του τελευταίου σταδίου), μαράθηκα, άσπρισα, γέρασα για δέκα χρόνια, πράγμα που τρόμαξε τους ανακριτές κι έτσι άρχισαν να με φροντίζουν με επιμέλεια, όταν ήμουν στην «εσωτερική φυλακή» (εκεί έχουν καλό ιατρείο) και, επιπλέον, άρχισαν να με ταΐζουν καλά.

Αυτό όμως με βοήθησε μόνο επιφανεικά, τα νεύρα μου ήταν στην ίδια κατάσταση, ενώ η συνείδησή μου, εξακολουθούσε να είναι θολωμένη και καταθλιπτική, γιατί κρεμόταν από πάνω μου η Δαμόκλεια σπάθη: ο ανακριτής με απειλούσε διαρκώς: «Αν δεν γράψεις (δηλαδή αν δεν επινοήσεις!), θ’ αρχίσουμε να σε χτυπάμε ξανά, δεν θα πειράξουμε το κεφάλι και το δεξί σου χέρι, τα υπόλοιπα όμως θα τα κάνουμε ένα κομμάτι άμορφου, ματωμένου, κρέατος». Εγώ αναγκάστηκα να τα υπογράψω όλα πριν την 16η Νοεβμρίου 1939. Ανακαλώ την ομολογία μου, η οποία πάρθηκε με βασανιστήρια και σας ικετεύω, Εσάς, τον επικεφαλής της κυβέρνησής να με σώσετε και να μου δώσετε την ελευθερία μου. Αγαπώ την Πατρίδα μου και θα της δώσω όλες τις δυνάμεις των τελευταίων χρόνων της ζωής μου.

Βσέβολοντ Μέγιερχόλντ

Μετάφραση από τα Ρωσικά Δημήτρης Β. Τριανταφυλλίδης©

Από το βιβλίο: Советская культура. 1989. 16 февр. Здесь текст приводится по изданию: История России. 1917-1940. Хрестоматия / Сост. В.А. Мазур и др.; под редакцией М.Е. Главацкого. – Челябинск, 1994. – С. 325-327.

(Visited 15 times, 1 visits today)
Close